Ο μύθος της «επιτυχίας»: Ποιος κερδίζει από το ράλι των μετοχών;
Οι διεθνείς επενδυτικοί κολοσσοί χτυπούν τα τύμπανα για την «ελληνική επιτυχία», αλλά η πραγματικότητα των εργαζομένων παραμένει σκληρή. Πίσω από τις λαμπερές εκθέσεις της Morgan Stanley και της JP Morgan κρύβεται η αιώνια ερώτηση: ποιος τελικά κερδίζει από αυτή την οικονομική «ανάκαμψη»;
Το χρηματιστήριο ανεβαίνει, οι μισθοί όχι
Η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται στην «κορυφή του Ολύμπου», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Morgan Stanley. Οι διεθνείς οίκοι (Morgan Stanley, JP Morgan, UBS, HSBC, Bank of America, Wood and Company) «ψηφίζουν» Ελλάδα για το 2026, προβλέποντας ανάπτυξη 2% ανά έτος, πολύ υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Όμως αυτή η «δυναμική επιστροφή στη διεθνή οικονομική σκηνή» αφορά κυρίως τους μετόχους και τους επενδυτές. Οι εργαζόμενοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν χαμηλούς μισθούς, ακρίβεια και εργασιακή ανασφάλεια, παρά το «success story» που διαλαλούν οι διεθνείς οίκοι.
Η αντίφαση των αριθμών
Η έκθεση του οίκου Fitch εκτιμά ότι η Ελλάδα θα εμφανίσει τη μεγαλύτερη μείωση χρέους στην Ευρώπη την περίοδο 2019-2026, άνω των 40 ποσοστιαίων μονάδων. Ο δείκτης χρέους αναμένεται να φτάσει το 131,8% έως το 2027, σύμφωνα με τη Morgan Stanley.
Παρόλα αυτά, η μείωση του χρέους επιτεύχθηκε μέσω αυστηρών δημοσιονομικών πολιτικών που πλήττουν το κοινωνικό κράτος. Τα πρωτογενή πλεονάσματα που επαινούν οι διεθνείς οίκοι σημαίνουν λιγότερα χρήματα για υγεία, παιδεία και κοινωνική προστασία.
Το παράδοξο της «υποτίμησης»
Η Morgan Stanley υποστηρίζει ότι η ελληνική αγορά είναι «δομικά υποτιμημένη» και ότι οι αποτιμήσεις εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από τα επίπεδα που δικαιολογούνται. Η UBS σημειώνει ότι η ελληνική αγορά καταγράφει αρνητικό perception premium της τάξης του -40% έως -50%.
Αυτή η «υποτίμηση» αποτελεί ευκαιρία για τους διεθνείς επενδυτές να αγοράσουν φθηνά ελληνικά περιουσιακά στοιχεία. Όπως στην αρχαία Αθήνα, όπου οι έμποροι εκμεταλλεύονταν τις δυσκολίες της πόλης, έτσι και σήμερα οι διεθνείς κεφαλαιοκράτες βλέπουν ευκαιρίες κέρδους στα δεινά του ελληνικού λαού.
Οι τράπεζες στο επίκεντρο
Ιδιαίτερα θετικοί εμφανίζονται οι διεθνείς οίκοι για τις ελληνικές τράπεζες. Η JP Morgan σημειώνει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι περίπου 15% φθηνότερες από τις ευρωπαϊκές, με απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoTE) πάνω από 15%.
Όμως αυτή η κερδοφορία των τραπεζών συχνά έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα των δανειοληπτών και των καταθετών. Οι υψηλά επιτόκια δανεισμού και οι χαμηλές αποδόσεις καταθέσεων αποτελούν το αντίτιμο αυτής της «επιτυχίας».
Η αναβάθμιση ως σύμβολο
Η αναμενόμενη αναβάθμιση της Ελλάδας σε «Developed Market» από FTSE Russell και S&P Dow Jones Indices τον Σεπτέμβριο του 2026 παρουσιάζεται ως θρίαμβος. Σηματοδοτεί την «πλήρη επανένταξη της χώρας στο κλαμπ των ανεπτυγμένων οικονομιών μετά από 13 χρόνια».
Η ερώτηση όμως παραμένει: ανεπτυγμένη για ποιον; Για τους διεθνείς επενδυτές που θα έχουν ευκολότερη πρόσβαση στην ελληνική αγορά, ή για τον ελληνικό λαό που εξακολουθεί να παλεύει με τις συνέπειες μιας δεκαετίας λιτότητας;
Η αληθινή ανάπτυξη δεν μετριέται μόνο σε δείκτες χρηματιστηρίου και credit ratings. Μετριέται στην ποιότητα ζωής των πολιτών, στη δημόσια υγεία, στην παιδεία και στην κοινωνική συνοχή. Και εκεί, παρά τις λαμπερές προβλέψεις των διεθνών οίκων, ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς.